Κόκκινο δερμάτινο, από τον Βαγγέλη Μάγειρο

Το κόκκινο δερμάτινο μπουφάν της ξεχώρισε αμέσως μέσα στο πλήθος…

Κόκκινο δερμάτινο, από τον Βαγγέλη Μάγειρο

Προσπαθούσε να σκεφτεί πoια ήταν η κατάλληλη στάση σώματος.

Τα χέρια μέσα στις τσέπες με τον αντίχειρα να εξέχει, ή οι αντίχειρες περασμένοι μέσα στα θηλύκια της ζώνης;

Τη μία έριχνε την πλάτη του πάνω στην κολώνα και έστηνε το δεξί του πόδι σε ορθή γωνία με το αριστερό να είναι πιο χυμένο για να δηλώνει κάποια άνεση και την άλλη τα πόδια σχημάτιζαν ένα όρθιο αμερικάνικο τεσσάρι με τα χέρια να αγκαλιάζουν το στήθος.

Προσπαθούσε να φέρει στο μυαλό του την εικόνα του Τζέιμς Ντιν, πάνω στην μικρών κυβικών μηχανή. Θα μπορούσε να πετύχει μία μίμηση του, γιατί όχι; Εξάλλου ήταν τόσο καλός στις μιμήσεις.

Θυμόταν ότι ο γιακάς του δερμάτινου μπουφάν perfecto ήταν σηκωμένος και αμέσως τέντωσε τα χέρια του και με αργές, άνετες κινήσεις, τον έφερε σε όρθια θέση. Ήλπιζε ότι το φως της κολώνας έγραφε ωραία πάνω του και ένιωθε ότι μπορούσε μετά από ώρα να πάρει μία ανάσα και απλά να περιμένει.

Δεν άργησε να έρθει. Ήταν από τα κορίτσια που είναι συνεπείς στα ραντεβού τους. Το πολύ, πολύ μία καθυστέρηση πέντε λεπτών μέσα στα δεκαπέντε λεπτά του λεγόμενου ακαδημαϊκού τέταρτου.

Το κόκκινο δερμάτινο μπουφάν της ξεχώρισε αμέσως μέσα στο πλήθος, και η πρώτη του σκέψη ήταν να χαθεί μαζί της απάνω σε μία μηχανή, είτε μικρών, είτε μεγάλων κυβικών. Με σηκωμένους γιακάδες και οι δύο και με γυαλί ηλίου, θα έμοιαζαν σαν να ετοιμαζόντουσαν για την πέμπτη λήψη κάποιας ταινίας του 50’. Δυο έφηβοι γεμάτοι όνειρα και επανάσταση.

Ξεκίνησαν να περπατάνε μέσα στην πολύχρωμη πλατεία. Αυτός γεμάτος άγχος και συστολή και αυτή με άνεση και περιέργεια. Γιατί περιέργεια ήταν αυτό που ένιωθε. Περιέργεια για το αν θα μπορούσε να την κάνει να γελάσει. Να δει μέσα από τον εκ φύσεως καταθλιπτικό εαυτό της. Και το πέτυχε. Όταν δεν μπορούσε να της αφήσει το χέρι.

Όταν τέντωνε με τόσο αμήχανο και αστείο τρόπο τον αριστερό του καρπό, για να μη σταματήσει να κρατάει τον δικό της με τον δεξί, που θύμιζε το παιδί-λάστιχο.

Την έκανε να γελάσει. Το χρειαζόταν. Κέρδισε με την αξία του το φιλί της. Τον άφησε μπαίνοντας στο αμάξι, με μία γεύση στα χείλη που θύμιζε φράουλα. Θα τον έβλεπε ξανά. Κι αυτός έπρεπε να βρει έναν καινούριο τρόπο να την κάνει να γελάσει.

 

Γράφει ο Βαγγέλης Μάγειρος

Διαβάστε επίσης

Close