Τις αγαπάω τις γατούλες,
τις μαυρούλες, τις γκριζούλες.
Όταν τρέχουν για το φαγητό
και φεύγουν πριν καλά – καλά τις δω.
Τις αγαπάω γιατί μαθήματα
πολύτιμα μου έδωσαν ζωής.
Πώς να αντέχω, πώς να υπομένω,
ακόμα και όταν πεσμένη είμαι καταγής.
Όταν τρέχουνε στην πόρτα,
νομίζοντας πως φαγητό τους έφερα.
Ακόμα πιο πολύ τις αγαπώ,
πάντοτε το συμφέρον τους πάνω από όλα.
Και αυτό ακόμα το ήξερα.
Τις αγαπάω τις γατούλες,
το σκέρτσο και το νάζι τους.
Γιατί πάντοτε τη λύση στα προβλήματά τους βρίσκουν,
ποτέ δε αφήνουν δυσκολίες να γίνουν το μαράζι τους.
Τις αγαπάω όλες τις γατούλες,
πιο πολύ τις κιτρινούλες.
Ανεξαρτήτως χρώματος όλες με ένα πείσμα,
ένα θάρρος και μία αλήθεια.
Πάντοτε θα τις φροντίζω,
μα πώς να τις ξεχάσω;
Η παρέα μου είναι η συντροφιά μου,
μαζί με τους φίλους μου, σε αυτούς τις κατατάσσω.
Ακόμα και αν σαν αυτές δεν είμαι,
νύχια βγάζω όταν πάνε να τις βλάψουν.
Ζώο είναι όπως όλα τα άλλα, ένα πλάσμα του Θεού,
μα γιατί να θέλουν να το πειράξουν;
Πολλές φορές με άκουσαν,
ακόμα και αν ανθρώπινη φωνή δεν έχουν.
Καθώς τους βάζω την τροφή συνομιλώ μαζί τους,
απορώ πια πώς με αντέχουν.
Δεν ξεχνώ ποτέ τις ζεστές ημέρες
να τους βάζω ένα μπολάκι με νερό.
Και σημείωμα σε παράθυρα αφήνω,
καθώς κρύβονται και στων αυτοκινήτων τα ρεζερβουάρ.
Τις αγαπάω τις γατούλες,
τις μαυρούλες, τις γκριζούλες.
Όταν τρέχουν για το φαγητό
και φεύγουν πριν καλά – καλά τις δω…
Γράφει η Μαρία Σκαμπαρδώνη