Η ευθύνη στις ερωτικές σχέσεις

Σε μια σχέση η ευθύνη είναι πάντα μοιρασμένη 50% – 50% ανάμεσα στους δύο συντρόφους…

Η ευθύνη στις ερωτικές σχέσεις

Θα σας πω μια ιστορία. Μια απλή καθημερινή ιστορία που ίσως σας θυμίσει κάτι. Αν τύχει και ταυτιστείτε με κάποιο ρόλο χαλαρώστε και αποστασιοποιηθείτε. Είναι μια φανταστική ιστορία για ένα νεαρό ζευγάρι. Φανταστείτε το σαν θεατρικό μονόπρακτο: μια σπουδή χαρακτήρων…

«Ο Γιάννης και η Μαρία ερωτεύθηκαν κεραυνοβόλα. Έζησαν έναν παραμυθένιο χρόνο και ήταν τόση η σιγουριά τους ότι ταιριάζουν γάντι ο ένας στον άλλον, που αποφάσισαν να παντρευτούν. Όταν ήρθε η ώρα της συνεννόησης και της επικοινωνίας του ζευγαριού, της βαθύτερης γνωριμίας τους, των σχέσεών τους που μόλις άρχιζαν μέσα στο γάμο, των συζητήσεών τους και των αποφάσεων για τα σχέδιά τους στο τώρα και στο μέλλον, αλλά και στις απλές κουβέντες τους το πρωί, με τον καφέ και τα κουλουράκια, ο Γιάννης άρχισε να αισθάνεται παράξενα και να καταλαβαίνει κάποια πράγματα, που πριν δεν είχε ούτε υπολογίσει αλλά ούτε και φανταστεί.

Είχε την εντύπωση πως η γυναίκα του, δεν είχε ανοιχτή την καρδιά της για να φανερώνει τις προθέσεις και τη σκέψη της, αλλά περίμενε εκείνον που ήταν ανοιχτός και ανοχύρωτος να πει όσα ήθελε, να τα επεξεργαστεί και να τα αξιοποιήσει κατά τη δική της θέληση, χωρίς ποτέ να αποκαλύψει τη δική της άποψη. Σιγά-σιγά ανακάλυπτε ο Γιάννης, που απλά και άμεσα μιλούσε για όλα, πως η Μαρία είχε μια τακτική καπατσοσύνης εμπόρου, που ήθελε όλα να τα εκμεταλλεύεται, να τα «τακτοποιεί» και να επιβάλλει το δικό της.

Όταν η Μαρία έκανε λάθη και τα γεγονότα την στρίμωχναν μέσα από τη συζήτηση να τα παραδεχθεί, εκείνη όχι μόνο απέφευγε να δει και να παραδεχθεί τα λάθη της για να απαλυνθεί η οικογενειακή ατμόσφαιρα, αλλά έβρισκε κάτι ανώδυνο γι αυτήν μέσα από τη συζήτηση, για να στρέψει αλλού την κουβέντα και έτσι να αποφύγει να σταθεί μπροστά στα λάθη της.

Ο Γιάννης, της έλεγε συχνά, πώς όποιος παραδέχεται τα λάθη του και μαθαίνει απ’ αυτά, στέκεται πιο ψηλά σαν άνθρωπος. Εκείνη όμως, όρθωνε ένα τείχος για να κρύψει τον αληθινό εαυτό της και παράλληλα ήθελε να τα έχει όλα ανοιχτά και ξεκάθαρα από τον άντρα της, για να τα διαχειρίζεται αυξάνοντας την εξουσία της, που ήταν περιττή με έναν τύπο σαν το Γιάννη.

Στις επίμονες συζητήσεις τους για ένα θέμα, όπου ο ένας προσπαθούσε να δείξει την αλήθεια του στον άλλον, εκείνη, όταν δεν είχε πιθανότητες να επιβάλλει το δικό της, άλλαζε τακτική. Έκανε προκλητικά το άσπρο μαύρο και είχε αστείρευτες αντοχές να ανακυκλώνει άσχετα με το θέμα πράγματα, να συζητάει μέχρι το πρωί, ποντάροντας στην κόπωση του άντρα.

Ο Γιάννης απογοητευμένος πια, αναρωτιόταν γιατί ήταν απαραίτητα όλα αυτά, αφού η συνεννόηση μπορούσε να είναι απλή και άμεση. Γιατί γίνονταν όλα τόσο δύσκολα, αφού η ευκολία της επικοινωνίας και της συνύπαρξής τους ήταν μπροστά τους. Ήλπιζε όμως ότι ο χρόνος κάτι θα καλυτέρευε. Κάτι θα απάλυνε για να κάνει πιο υποφερτή τη ζωή τους.

Όμως, στο διάβα του χρόνου, ο άντρας έπρεπε να μάθει να δέχεται το ψέμα για αλήθεια και την αλήθεια για ψέμα. Να δέχεται ό,τι ήθελε η γυναίκα του να επιβάλλει, ακόμα και το πιο παράλογο. Σκέφτονταν: Ακόμα κι αν είχε από την πρότερη ζωή της λόγους να συμπεριφέρεται έτσι, τώρα δεν έχει πια αφού εγώ είμαι ανοιχτός άνθρωπος και διόλου ανταγωνιστικός. Ο Γιάννης είχε ανάγκη να βρίσκει η κουβέντα τους διέξοδο και λογικό συμπέρασμα, όμως κάτι τέτοιο δεν γινόταν πραγματικότητα ποτέ. Όλη αυτή η κατάσταση τον είχε ρίξει σε βαθιά θλίψη.

Η Μαρία ήταν πλέον ο αδιαμφισβήτητος αρχηγός στη σχέση. Όσον αφορούσε δε στις κοινές τους αποφάσεις, μπορούσε να επιλέγει πάντα αυτό ακριβώς που επιθυμούσε. Μάλιστα είχε «γίνει δασκάλα» και στον παραδοσιακό τρόπο ελέγχου των συζύγων από την εποχή της Λυσιστράτης: στον έλεγχο του σεξ. Αν τύχαινε δηλαδή καμιά φορά (πράγμα σπάνιο) και ο Γιάννης τα στύλωνε για τα καλά σε κάποιο θέμα, τον άφηνε χωρίς σεξ δυο τρεις εβδομάδες μέχρι που αυτός υποχωρούσε και συνετιζόταν. Τότε τον αντάμειβε που επιτέλους έγινε καλό παιδί με μια νύχτα μετριότατου σεξ.

Πέρασαν έτσι έξι χρόνια. Η Μαρία είχε δημιουργήσει μια εξωσυζυγική σχέση με έναν γυμναστή και ανάλωνε τις περισσότερες ώρες της ημέρας στήνοντας μια λαμπρή καριέρα. Ο Γιάννης γινόταν όλο και πιο σκυθρωπός και απογοητευμένος, μέχρι που στο ετήσιο check up του, ο γιατρός διέγνωσε καρκίνο στον προστάτη. Σε αυτή την άθλια κατάσταση και μη έχοντας τι άλλο να χάσει, αποφάσισε να ξεκινήσει ψυχοθεραπεία…»

Οι περισσότεροι άνθρωποι όταν ακούνε αυτή την ιστορία, παίρνουν αυθόρμητα το μέρος του Γιάννη. Θεωρούν ότι αυτός είναι εντάξει ενώ η Μαρία είναι κακιά, στριμμένη, ανήθικη, κ.τ.λ. Έτσι ρίχνουν όλο το φταίξιμο σε αυτή. Είναι όμως στ’ αλήθεια έτσι;

Δεν θα ασχοληθώ με το ηθικό κομμάτι του ζητήματος γιατί αυτό είναι μια διαφορετική συζήτηση. Εδώ μας ενδιαφέρει περισσότερο η ψυχαναλυτική ερμηνεία και κατά συνέπεια το θέμα της ευθύνης του καθενός. Η θεωρία λοιπόν σε τέτοιες περιπτώσεις είναι σαφέστατη: σε μια σχέση η ευθύνη είναι πάντα μοιρασμένη 50% – 50% ανάμεσα στους δύο συντρόφους.

Το φταίξιμο της Μαρίας είναι φανερό για τους περισσότερους. Λίγοι όμως συνειδητοποιούν την τεράστια ευθύνη του Γιάννη που ανεχόταν επί έξι χρόνια όλα τα παραπάνω. Από πολλούς έχω ακούσει βέβαια να λένε «εμ, καλά να πάθει! Φταίει κι αυτός που δεν έλεγε τίποτα…». Δεν αποδίδουν όμως σε αυτή την ανοχή του Γιάννη ίδιο ποσοστό ευθύνης με αυτό που καταλογίζουν στη Μαρία. Συνήθως τα χωρίζουν 70% – 30% ή κάτι παρόμοιο. Εδώ βρίσκεται η μεγάλη παγίδα!

Αν δεν πάρουμε χαμπάρι ότι η ευθύνη είναι ακριβώς μισή – μισή, έχουμε χάσει το νόημα. Γιατί μειώνοντας τη δική μας ευθύνη, αποφεύγουμε να κοιτάξουμε ουσιαστικά τις αδυναμίες μας. Όταν λέμε «εντάξει φταίω λίγο κι εγώ, αλλά…» βάζουμε στην άκρη τον εαυτό μας και ασχολούμεθα με τα σφάλματα του άλλου «που είναι πιο σημαντικά!»

Έτσι στην ιστορία μας, ο Γιάννης ποτέ δεν αντιμετώπισε τις αληθινές αιτίες που τον οδήγησαν στο να «καταπίνει» όλες τις προσβολές και τους παραλογισμούς που έπαιρνε από τη Μαρία. Μέχρι να τα ανακαλύψει στην ψυχοθεραπεία του, δεν είχε στ’ αλήθεια επίγνωση της χαμηλής αυτοεκτίμησης και της ανασφάλειάς του.

Δεν γνώριζε ότι στην ουσία η ανοχή του δεν ήταν δείγμα αγάπης προς τη σύντροφό του αλλά δείγμα υποτίμησης του εαυτού του. Φοβόταν να αντιμετωπίσει μια ανοιχτή σύγκρουση μαζί της και βαθιά μέσα του προσδοκούσε ότι εάν αυτός ήταν καλός και υπομονετικός μπορεί η Μαρία να άλλαζε. Δεν ήξερε να διεκδικεί τα συναισθήματά του (δεν ήταν καν σε επαφή με το θυμό του για παράδειγμα) και σίγουρα δεν έμαθε ποτέ να θέτει τα όριά του!

Σε αυτή την εξαιρετικά κρίσιμη κατάσταση της ζωής του αρρώστησε. Το σώμα του δεν άντεξε άλλη πίεση και ξέσπασε. Ταυτόχρονα όμως – επειδή το νόμισμα έχει πάντα δύο όψεις – με αυτή την αρρώστια το πάνσοφο σώμα έκανε μια ύστατη προσπάθεια να δώσει ένα μήνυμα στον κάτοχο του: Ξύπνα και ζήσε!

Διαβάστε επίσης

Close