Παιδί και ψέματα : αιτιολογία, κατανόηση, αντιμετώπιση

Όταν διαπιστώνουμε πως το παιδί μας ψεύδεται, αντί να λειτουργούμε πυροσβεστικά, θα πρέπει πρώτα να αναρωτιόμαστε…

Παιδί και ψέματα : αιτιολογία, κατανόηση, αντιμετώπιση

Μπορεί οι διαφορές μεταξύ των διαφόρων πολιτισμικών παραδόσεων να είναι συχνά μεγάλες, ένα, όμως, από τα κοινά τους στοιχεία είναι πως το ψέμα , όχι μόνο είναι μη αποδεκτό, αλλά και καταδικαστέο.

Η θέση αυτή αντιπροσωπεύει μια ηθικιστική προσέγγιση του θέματος «ψέμα» και, αν αντιμετωπίζουμε με παρόμοιο τρόπο τα όποια ψέματα του μικρού ιδίως παιδιού μας, όχι μόνο δεν πρόκειται να το «συμμορφώσουμε», αλλά θα του δημιουργήσουμε ενοχές, μια κακή εικόνα για τον εαυτό του και θα το οδηγήσουμε στη χρήση ακόμα περισσότερων ψεμάτων. Αυτό δείχνουν τουλάχιστον οι περισσότερες έρευνες επί του θέματος.

Τα παιδιά που λένε ψέματα δεν είναι «χειρότερα» από τα υπόλοιπα. Συνήθως, καταφεύγουν στο ψέμα εξαιτίας των συνεπειών που θεωρούν πως μπορεί να έχει η κατάθεση της αλήθειας, κυρίως για τα ίδια, αλλά και για τους ίδιους τους γονείς τους.

Ως γονείς, ποτέ δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως οι συνέπειες των δικών μας τυχόν ψεμάτων προς το παιδί έχουν σοβαρότερες συνέπειες από αυτές που έχει η χρήση ψεμάτων από το ίδιο το παιδί. Η όποια τυχόν καλή πρόθεση του γονέα δεν καθαγιάζει αυτήν την επιλογή, αλλά ούτε και τη νομιμοποιεί.

Το ψέμα ως φυσιολογικό στοιχείο της εξέλιξης του παιδιού

Τα παιδιά, προσχολικής ηλικίας κυρίως, δεν διαχωρίζουν συχνά τη φαντασία από την πραγματικότητα. Αυτό σημαίνει πως μπορεί να λένε «ψέματα» χωρίς, όμως, αυτό να σημαίνει πως έχουν απαραίτητα την πρόθεση να αποκρύψουν την αλήθεια. Αυτό συμβαίνει, επειδή, για τα παιδιά της ηλικίας αυτής, η ζωηρή τους φαντασία είναι, κατά κάποιον τρόπο, εξίσου αληθινή όσο και η πραγματικότητα.

Στην ηλικία των έξι περίπου χρόνων, δηλαδή στην ηλικία που τα περισσότερα παιδιά αρχίζουν το σχολείο, η διάκριση ανάμεσα σε φαντασία και πραγματικότητα γίνεται ολοένα και σαφέστερη στο παιδί. Ένα ποσοστό παιδιών, όμως, συνεχίζει, για διάφορους λόγους, να αποφεύγει την πραγματικότητα και να καταφεύγει στον κόσμο της φαντασίας.

Οι λόγοι αυτοί μπορεί να οφείλονται:

Στο ότι το παιδί δεν γνωρίζει την πραγματικότητα, επειδή οι γονείς, είτε την έχουν αποκρύψει, για κάποιους λόγους, από το παιδί είτε την έχουν ωραιοποιήσει. Αυτό μπορεί να οφείλεται, για παράδειγμα, στο ότι υπάρχει κάποιο γεγονός που αποτελεί ένα αποσιωπημένο μυστικό της οικογένειας που σκόπιμα έχει αποκρυβεί από το παιδί (π.χ. η αυτοχειρία ή ο θάνατος κάποιου άλλου κάποιου μέλους της οικογένειας κ.ά.)

Το παιδί μπορεί να ψεύδεται, εξαιτίας της χαμηλής του αυτοεκτίμησης, για να εντυπωσιάσει και να κερδίσει το θαυμασμό ή την εκτίμηση των συνομηλίκων του, όταν θεωρεί πως δεν μπορεί να το πετύχει με βάση την πραγματική του αξία.

Το παιδί μπορεί να ψεύδεται, εξαιτίας της ντροπής που νιώθει, λόγω των συνθηκών που επικρατούν στην οικογένειά του (π.χ. ύπαρξη ενδοοικογενειακής βίας, χρήση ουσιών ή αλκοόλ από τους γονείς, ψυχική ασθένεια του γονέα, σεξουαλική, φυσική ή ψυχική κακοποίηση του παιδιού κ.ά.).

Τα παιδιά που βιώνουν μια τέτοια πραγματικότητα δεν ψεύδονται επειδή έχουν ελλειμματική ηθική, αλλά επειδή τα όποια ψέματα χρησιμοποιούν εξυπηρετούν μια στρατηγική συναισθηματικής τους επιβίωσης.

Η αντιμετώπιση, λοιπόν, ψεμάτων -που οφείλονται σε λόγους παρόμοιους των προαναφερθέντων- διαμέσου μιας ηθικιστικής προσέγγισης όχι μόνο δεν βοηθά το παιδί, αλλά το κάνει να νιώθει ακόμα μεγαλύτερη αναξιότητα, ανεπάρκεια, απόρριψη και μοναξιά καθώς του δημιουργείται η αίσθηση πως κανείς δεν το καταλαβαίνει.

Υπάρχουν, βέβαια, μεγαλύτερης ηλικίας παιδιά και έφηβοι που λένε ψέματα, επειδή οι γονείς τους μοιάζει να μην αντέχουν να ακούσουν την αλήθεια τους, αντιμετωπίζοντάς την με επικρίσεις, χλευασμό, ειρωνείες ή αδιαπραγμάτευτο αρνητισμό.

Δεν νομίζω πως θα υπήρχαν πολλά παιδιά που θα έλεγαν ψέματα στους γονείς τους ή που θα ήθελαν να τους απογοητεύσουν ή να τους λυπήσουν, αν ήσαν βέβαια πως αυτοί θα τα άκουγαν προσεκτικά και με διάθεση να τα καταλάβουν και να συνδιαλλαγούν μαζί τους χωρίς να κρίνουν και να απορρίπτουν συλλήβδην τα ίδια, τις απόψεις ή τα θέλω τους.

Παιδί και ψέματα

Αντιμετώπιση από γονείς και ενήλικες του άμεσου περιβάλλοντος

Είναι σημαντικό να διαχωρίζουμε ανάμεσα σε φαντασία, απόκρυψη αλήθειας και καθαρό ψέμα. Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας δεν λένε στην ουσία ψέματα, απλά έχουν συχνά την ανάγκη να παραμένουν εκτός πραγματικότητας. Ένα από τα πιο συνηθισμένα ψέματα αυτής της ηλικιακής ομάδας είναι η άρνησή τους πως έχουν κάνει κάτι που γνωρίζουν πως δεν επιτρέπεται.

Σύμφωνα με μια καναδέζικη έρευνα, τα περισσότερα ψέματα τα λένε συνήθως παιδιά ηλικίας 12 περίπου χρονών, εξαιτίας της ανάγκης των παιδιών αυτής της εξελικτικής περιόδου για δοκιμάσουν, διαμέσου των ψεμάτων, διάφορα πράγματα.

Ένα παιδί, που καταφεύγει συστηματικά στον κόσμο της φαντασίας, μπορεί να έχει, εξαιτίας αυτού, προβλήματα στις διαπροσωπικές του σχέσεις, ο δε περίγυρός του να κουραστεί από την αβεβαιότητα του αν αυτό που λέγεται είναι αλήθεια ή ψέμα.

Στην περίπτωση αυτή, είναι σημαντικό να μιλήσουμε με το παιδί και να το βοηθήσουμε να κατανοήσει τη διαφορά ανάμεσα σε φαντασία και πραγματικότητα, αλλά με τρόπο που να μη θιγεί η αυτοεκτίμησή του ή ανασταλεί εντελώς η ανάγκη του να φαντασιώνει και να δοκιμάζει, με τον τρόπο αυτό, διάφορες δυνατότητες και ανθρώπινες αντιδράσεις.

Μερικές φορές, ίσως χρειαστεί να μπούμε σε αυτόν τον φανταστικό κόσμο του παιδιού και να συμμετάσχουμε σε αυτόν, χωρίς να τον αμφισβητούμε με λογικά επιχειρήματα, αλλά και χωρίς να αποδεχόμαστε αβίαστα τα όσα απίθανα συμβαίνουν σε αυτόν.

Να θέτουμε ερωτήματα στο παιδί που να σηματοδοτούν πως γνωρίζουμε πως πρόκειται για πράγματα που το παιδί έχει φαντασθεί (π.χ. ρωτώντας αν αυτό συνέβη πραγματικά ή το έχει πλάσει το ίδιο με τη φαντασία του), που δείχνουν την απορία μας για το πώς είναι δυνατόν να συμβαίνει το ένα ή το άλλο καταπληκτικό, κάτι που σταδιακά κινητοποιεί την κριτική ικανότητα του παιδιού χωρίς, όμως, να το ακυρώνει.

Ένας απλοϊκός, αλλά αποτελεσματικός, τρόπος διαχείρισης των ψεμάτων ενός παιδιού, σχολικής κυρίως ηλικίας, είναι να χρησιμοποιούμε κάποιες φορές κι οι ίδιοι κάποιο προφανές ψέμα για να βάλουμε το παιδί στη θέση να κατανοήσει καλύτερα τις συνέπειες των ψεμάτων.

Για παράδειγμα, αν ρωτήσει το παιδί «Πότε θα φάμε;», μπορούμε να απαντήσουμε «Τώρα. Το τραπέζι είναι έτοιμο, μπορείς να κάτσεις να φας», χωρίς όμως αυτό να ισχύει. Ούτε φαγητό υπάρχει ακόμα ούτε το τραπέζι είναι στρωμένο Το παιδί φυσικά θα αντιδράσει, και τότε είναι ευκαιρία να πούμε ήρεμα και αποφασιστικά κάποια πράγματα για τις συνέπειες των ψεμάτων και το πόσο σημαντικό είναι να υπάρχει ειλικρίνεια στις σχέσεις των ανθρώπων και μεταξύ των μελών μιας οικογένειας.

Διαπαιδαγώγηση

Εάν, πραγματικά, θέλουμε να βοηθήσουμε ένα παιδί που λέει συχνά ψέματα, θα πρέπει να έχουμε υπόψη τα εξής:

Να προσπαθούμε πάντα να μπαίνουμε στη θέση του παιδιού και να θυμηθούμε δικές μας ανάλογες στιγμές ως παιδιά.

Να αντιμετωπίζουμε το ψέμα του παιδιού με τρόπο που, κατόπιν, να μην το κάνει να αισθάνεται πως έχει χάσει την αξιοπρέπειά του και το σεβασμό των δικών του.

Γενικά, ποτέ δεν πιέζουμε ή εξαναγκάζουμε το παιδί να μας πει την αλήθεια, αν δεν πρόκειται για κάτι το πολύ σημαντικό που να αφορά στην υγεία, στη ζωή ή στη σωματική και ψυχική του ακεραιότητα.

Δεν κρίνουμε ή απορρίπτουμε το ίδιο το παιδί, αλλά τη λανθασμένη ενέργειά του, τεκμηριώνοντας την άποψή μας με τρόπο συγκεκριμένο και όχι διαμέσου ηθικοπλαστικών κηρυγμάτων.

Κάθε προσπάθεια δημιουργίας αισθημάτων ντροπής στο παιδί βλάπτει σοβαρά την αυτοεκτίμησή του.

Δεν θα πρέπει να βάζουμε όρια και να δείχνουμε τα συναισθήματά μας;

Φυσικά και θα πρέπει να μπαίνουν έγκαιρα κάποια όρια, έχοντας όμως υπόψη πως όσο περισσότερες απαγορεύσεις επιβάλουμε τόσο αυξάνονται και οι πιθανότητες να βρεθούμε αντιμέτωποι, ως γονείς, με περισσότερα ψέματα. Όσο μεγαλύτερη ακαμψία επιδεικνύουν οι γονείς απέναντι σε διάφορες ανάγκες ή απόψεις του παιδιού τόσο μεγαλύτερη γίνεται και η επιθυμία του να εξερευνήσει αυτήν την απαγορευμένη πλευρά της πραγματικότητας από μόνο του.

Αν αυτή η προσπάθεια οριοθέτησης του παιδιού, ιδιαίτερα αυτού της εφηβικής ηλικίας, γίνεται με τρόπο ακατάλληλο, μετατρεπόμενη σε αγώνα δύναμης, ανάμεσα σε γονείς και παιδί, για το ποιος θα επικρατήσει ή επειδή πριμοδοτείται περισσότερο η υπακοή του παιδιού παρά η καλή επικοινωνία και κατανόηση, τότε υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να κάνει το παιδί όλα όσα του απαγορεύονται μπροστά στα μάτια των γονιών του, χωρίς να δίνει σημασία στις όποιες αντιδράσεις τους.

Οι ίδιοι οι γονείς είναι οι κύριοι υπεύθυνοι για το αν κυριαρχεί ή όχι το ψέμα στη ζωή της οικογένειας ή στη σχέση τους με το παιδί. Αυτοί είναι οι ηθικά και ψυχολογικά υπεύθυνοι απέναντι στο παιδί και στον τρόπο που εξελίσσεται ως άτομο.

Ψέματα

Επίλογος

Ο αποτελεσματικότερος τρόπος αντιμετώπισης και αποτροπής της δημιουργίας διαφόρων στεγανών ή της συστηματικής χρήσης ψεμάτων από το παιδί είναι η ύπαρξη μιας ασφαλούς σχέσης εμπιστοσύνης με τους γονείς του. Είναι προτιμότερο να πριμοδοτούμε την ειλικρίνεια παρά να καταδικάζουμε το ψέμα και να υπενθυμίζουμε συνεχώς τις όποιες αρνητικές του συνέπειες.

Όταν διαπιστώνουμε πως το παιδί μας ψεύδεται, αντί να λειτουργούμε πυροσβεστικά, θα πρέπει πρώτα να αναρωτιόμαστε, «Για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό;». Βάζουμε, προς στιγμή, στην άκρη τα όποια δυσάρεστα συναισθήματά μας, προσπαθώντας να εστιάσουμε στους πιθανούς λόγους που συμβαίνει κάτι τέτοιο.

Μήπως αυτό, τελικά, αποτελεί ένδειξη έλλειψης εμπιστοσύνης και επικοινωνίας στη σχέση μας με το παιδί; Υπάρχουν πράγματα που δεν έχουμε κατανοήσει ή καλύψει ως γονείς;

Είναι, επίσης, σημαντικό να προσπαθούμε να θυμηθούμε τις αντιδράσεις που συνήθως έχουμε, όταν το παιδί μας έχει κάνει κάτι που δεν μας αρέσει, μας απογοητεύει ή μας ματαιώνει.

Συχνά, μια τέτοιου είδους αντίδρασή μας θέλει να αποφύγει, λέγοντάς μας ψέματα. Κάθε παιδί επιθυμεί την αποδοχή και την αγάπη, και όχι την απόρριψή μας. Θέλει να μας βλέπει χαρούμενους και τρυφερούς και όχι οργισμένους ή απογοητευμένους.

Τέλος, η συχνή χρήση ψεμάτων από τους γονείς, ιδιαίτερα διαμέσου της αθέτησης υποσχέσεων που αποσκοπούν στο χειρισμό ή στον έλεγχο των παιδιών τους, είναι πολύ πιθανό να διαμορφώσει μια κατάσταση όπου, κάποια μέρα, τα λόγια τους δεν θα σημαίνουν απολύτως τίποτα για αυτά.

 

Σάββας Ν. Σαλπιστής, Ph.D., Κλινικός Ψυχολόγος Πανεπιστημίου Στοκχόλμης, Διπλωματούχος Ψυχοθεραπευτής Βασιλικού Ιατροχειρουργικού Ινστιτούτου Karolinska Στοκχόλμης

Διαβάστε επίσης

Close