Μια στιγμή ευτυχίας, της Ιωάννας Γκανέτσα

Δε νομίζω πως υπάρχει πραγματική ευτυχία διαρκείας. Μόνο για στιγμές μπορούμε να μιλάμε…

Μια στιγμή ευτυχίας, της Ιωάννας Γκανέτσα

Η Redwood Avenue του Βοτανικού Κήπου στο Benmore ήταν μια είσοδος που εντυπωσίαζε κάθε επισκέπτη. Τα γιγαντιαία σεκοϊάδενδρα, αριστερά και δεξιά, ξεπερνούσαν τα πενήντα μέτρα σε ύψος και κάλυπταν με τον ίσκιο τους τα επτά μίλια που ήταν απαραίτητο να διασχίσουμε για να βρεθούμε στα εκατόν σαράντα μέτρα υψόμετρο.

Η υπεύθυνη καθηγήτρια Μπρίτζετ Φιτζέλι μάς υποδέχτηκε πάνω σ’ ένα ανοιχτό εξαθέσιο όχημα. Είχε τα κατακόκκινα μαλλιά της στερεωμένα πίσω από τα αυτιά της και οι πέρλες της έλαμπαν κάθε φορά που συναντούσαν το φως του ήλιου. Η θέα εξαφάνισε με μιας όλη την κούραση της ημέρας. Τα γύρω βουνά και η Ιερή Λίμνη απλώνονταν κυριολεκτικά στα πόδια μας.

Τα χρώματα του φθινοπώρου καθρεφτίζονταν στα νερά και οι ακτίνες του ήλιου φώλιαζαν στα πεσμένα φύλλα των δέντρων. Έκλεισα για λίγο τα μάτια και εισέπνευσα μια γενναία δόση καθαρού αέρα. Ένιωσα τη χαμένη ηρεμία μου να περιβάλλει στοργικά τις σκέψεις μου. Όταν τ’ άνοιξα ξανά, εντόπισα στην πλαγιά κάποιες φλαμουριές. Έμπλεκαν ευθαρσώς τα κλαδιά τους η μια μέσα στην άλλη. Μου ήταν αδύνατο να μη συνδέσω τα σε σχήμα καρδιάς φύλλα τους με την περίσταση. Ήμουν, άραγε, εγώ που έβλεπα τον έρωτα παντού γύρω μου ή ήταν ο έρωτας που έβλεπε εμένα ως το επόμενο παιχνίδι του;

Κάναμε ένα διάλειμμα για τσάι στο τμήμα του Bhutanese Glade. Ήταν ένας μικρόκοσμος αφιερωμένος στο βασίλειο του Μπουτάν. Το πανέμορφο ορεινό σκηνικό του αποτυπωνόταν εξαιρετικά μέσα στους πράσινους κόλπους του Benmore. Καθίσαμε στο βουδιστικής τεχνοτροπίας κιόσκι και απολαύσαμε τη δροσιά και την ατμόσφαιρα των Ιμαλάϊων.

Η καθηγήτρια Φιτζέλι μάς πρόσφερε τσάι. Ήταν ένα ιδιαίτερο μείγμα από φύλλα ασιατικών θάμνων και λουλουδιών, με χρυσοκίτρινο χρώμα, ήπια γεύση και φίνο άρωμα. Γέμισε τις κούπες μας για δεύτερη φορά και μας ενημέρωσε πως θα μας άφηνε να το απολαύσουμε με την ησυχία μας. Έπρεπε να υποδεχτεί ένα γκρουπ απαιτητικών επισκεπτών. Υποσχέθηκε πως θα επέστρεφε σύντομα. Μας υποσχέθηκε ένα εξαιρετικό γεύμα. Μάζεψε τη μακριά καρό φούστα της, διόρθωσε το λευκό πουκάμισό της κι έβαλε τα πόδια στα πεντάλ.

«Δε θ’ αργήσω» μας διαβεβαίωσε ξανά την ώρα που γύριζε τη μίζα. «Δώστε στον εαυτό σας λίγο χρόνο να εναρμονιστεί με το τοπίο και σύντομα θα κανονίζετε ταξίδι στη χώρα της Ακαθάριστης Εθνικής Ευτυχίας. Εκεί η ευτυχία είναι πιο σημαντική από τα υλικά αγαθά και τα πλούτη!»

Χαχάνιζε ενθουσιασμένη, αν και όχι σίγουρη για το αν γνωρίζαμε για ποιο ακριβώς θέμα μιλούσε. Ήταν ο λόγος που έσπευσε να διευκρινίσει πως το 1972 ο τότε βασιλιάς του Μπουτάν, λίγο πριν ανοίξει τις πόρτες της χώρας στον δυτικό τουρισμό, απέρριψε το κυνήγι του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος και έθεσε την ευτυχία των κατοίκων ως βασικό στόχο του κράτους. Στον δείκτη Ευτυχίας συνυπολογίζονται ο ελεύθερος χρόνος, η έκταση των δασών και το κατά πόσο οι άνθρωποι εκφράζουν αρνητικά συναισθήματα.

«Θα σας πω για την εμπειρία μου στη διάρκεια του βραδινού! Ήταν πράγματι ένα αξέχαστο ταξίδι!»
Το όχημα είχε ήδη αρχίσει να κινείται. Όταν η καθηγήτρια χάθηκε πίσω από τα δέντρα, η Φρέγια τεντώθηκε κι έπνιξε ένα χασμουρητό.
«Είχες ξανακούσει την ιστορία του Μπουτάν;» τη ρώτησα ενώ ρουφούσα λίγο τσάι.
«Ναι, όταν μελετούσα τη σύνδεση του βουδισμού με τον λωτό, είχα βρει αρκετά αφιερώματα. Περίεργο τι θεωρεί ο καθένας μας ευτυχία, τελικά…»
«Εσύ; Είσαι ευτυχισμένη;»

Έπιασα τον εαυτό μου να επιθυμεί τη θετική της απάντηση κι ας ήξερα πως το «ναι» της θα με πλήγωνε. Ήξερα πως δε θα ‘μουν εγώ ο λόγος της ευτυχίας της. Ήθελα, παρόλα αυτά, να είναι. Και κάπως έτσι, εκεί, στη μέση του πουθενά, συνειδητοποίησα το μεγαλείο της καρδιάς. Πόσο εγωιστική δεν μπορεί να είναι η αγάπη. Πόσο ελεύθερη είναι προορισμένη να τρέχει στους δρόμους της ζωής. Λένε πως αγαπούν οι άνθρωποι, αλλά σπάνια αγαπούν τον άλλο περισσότερο από τον εαυτό τους. Σπάνια επιθυμούν την ευτυχία του άλλου, ακόμη κι όταν εκείνοι δεν είναι μέρος της.

Το αγαπώ δεν έρχεται με όρους, ανταμοιβές ή συμφωνίες. Ούτε δηλώνει μοναδικότητα. Αγαπάμε πολλούς ανθρώπους και πολλά πράγματα ταυτόχρονα. Κάθε αγάπη έχει διαφορετική μορφή. Κι αν κάποιες αγάπες είναι πιο δυνατές και υπερισχύουν των άλλων, δε σημαίνει πως οι υπόλοιπες παύουν να υπάρχουν. Το ν’ αγαπάς ένα πράγμα, όπως το χρήμα ή τη δόξα ή έναν άνθρωπο μόνο, δεν ήταν ποτέ η υγιής διαδικασία. Πάντοτε πίστευα πως τον άνθρωπο που αγαπά καθολικά πρέπει να τον φοβάσαι. Δεν ξέρει πώς είναι να μοιράζει και να μοιράζεται.
Σήκωσε τους ώμους.

«Δεν ξέρω, ειλικρινά. Δε νομίζω πως υπάρχει πραγματική ευτυχία διαρκείας. Μόνο για στιγμές μπορούμε να μιλάμε. Πώς μπορείς να μετρήσεις την ευτυχία, άλλωστε; Ή την αγάπη; Ή τον φόβο, τον πόνο, τον έρωτα; Ποιος ορίζει την κλίμακα, την αρχή, το τέλος, τα διαστήματα; Ποιος ορίζει το δυνατό, το πολύ, το λίγο; Ο καθένας έχει σαν μέτρο σύγκρισης τον εαυτό του και τις εμπειρίες του. Με γνώμονα αυτό, ίσως, μπορώ να σου πω πως είμαι πιο ευτυχισμένη σε σύγκριση με άλλες εποχές της ζωής μου. Αν ήταν ευτυχία αυτό που ένιωσα. Ήταν όμως;»

Σηκώθηκα και την πλησίασα. Την έπιασα από τα μπράτσα και χωρίς δεύτερη σκέψη τη φίλησα δυνατά. Δεν αντιστάθηκε. Μόνο κάποια ταυτόχρονα μουγκρητά ευχαρίστησης και πόνου συνόδευαν τη λαχτάρα της επαφής. Δε σταμάτησα το ταξίδι μέσα στο στόμα της παρά όταν ανάσες μας δεν άντεχαν άλλο χωρίς αέρα. Έκανα ένα βήμα πίσω.
«Αυτό ήταν μια στιγμή ευτυχίας. Μην αμφιβάλλεις».

Δεν αμφέβαλλε. Μόνο όρμησε ξανά στη στιγμή, αβέβαιη, αν διψούσε για μένα ή την ευτυχία της.

Απόσπασμα από το βιβλίο της Ιωάννας Γκανέτσα «Το άνθος της ζωής» (Εκδόσεις ΝΙΚΑΣ).

Διαβάστε επίσης

Close